Η ΑΕΚ ηττήθηκε από τον εαυτό της και αν θέλει να παραμείνει “ευρωπαία” πρέπει να ξεκινήσει να ολοκληρώνει τις φάσεις της.

Η φετινή ιστορία της ΑΕΚ στην Ευρώπη μοιάζει να επαναλαμβάνεται σε κάθε αγώνα. Μετά από ένα μέτριο και δημιουργικά αδύναμο πρώτο ημίχρονο, η ΑΕΚ θα πάρει μπρος και θα πιέσει στο δεύτερο μέρος. Θα τα δώσει όλα, όμως στο τέλος ο χειρότερος εχθρός της, θα είναι η αναποτελεσματικότητα των επιθετικών.

Αυτή ήταν η ΑΕΚ της χθεσινής αναμέτρησης με την Μαρσέιγ, μόνο που αυτή η ΑΕΚ έδειχνε ακόμα πιο αδύναμη από εκείνη που δεν μπόρεσε να νικήσει έναν πεσμένο Άγιαξ μέσα στην έδρα της ή αυτήν που “έπεσε πολεμώντας” μέσα στο Βελοντρόμ. Η χθεσινή ΑΕΚ έμοιαζε με αυτές τις ομάδες, όμως η αδυναμία της να σκοράρει, φάνηκε περισσότερο από ποτέ.

Το γκολ της Μαρσέιγ ήρθε από μια κακή έξοδο του Αθανασιάδη, αλλά και από την κακή διάταξη της ομάδας στην εκτέλεση του κόρνερ, θυμίζοντας την ισοπαλία με την Κηφισιά στο πρωτάθλημα. Όμως, το πραγματικά χειρότερο χαρακτηριστικό της ΑΕΚ στο πρώτο μέρος ήταν η επιθετικής αναποτελεσματικότητα. Μόλις ένα σουτ στον στόχο και αυτό από κεφαλιά του Μουκουντί, έπειτα από κόρνερ, την ώρα που η Μαρσέιγ κατάφερε να περιορίσει στο έπακρο τον μόνο καθαρό επιθετικό της ΑΕΚ, ο οποίος επέστρεφε από τραυματισμό.

Στο δεύτερο μέρος, όπως συμβαίνει πάντα, η ΑΕΚ ζωντάνεψε δημιουργικά και επιθετικά, αλλά, για μια ακόμα φορά, ήταν αναποτελεσματική. Κορυφαία και απόλυτα επεξηγηματική για την επιθετική κατάσταση της ΑΕΚ στο δεύτερο μέρος, ήταν η κεφαλιά του Γκαρσία, πάνω στον Λόπεζ. Με τις φάσεις των Γκατσίνοβιτς και Μάνταλου που ακολούθησαν, έγινε ξεκάθαρο πως η υπόθεση σκοραρίσματος είναι το μεγαλύτερο μειονέκτημα της ΑΕΚ στην Ευρώπη. Σίγουρα, βρέθηκε αντιμέτωπη με έναν εξαιρετικό τερματοφύλακα, όμως μετά από αυτές τις φάσεις, η ΑΕΚ “αποκοιμήθηκε” και ξύπνησε ξανά στα τελευταία λεπτά.

Ίσως η Ένωση να έφτασε κοντά στο γκολ, με αλλεπάλληλα κόρνερ, ελπίζοντας σε μια επανάληψη της μάχης με την Ντιναμό Ζάγκρεμπ, αλλά αυτή την φορά, το πλήρωσε με τον χειρότερο τρόπο, όταν μπήκε και το δεύτερο γκολ. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: η ΑΕΚ έχασε από μόνη της, όταν απέτυχε να σκοράρει έστω και σε μια από τις 7 τελικές της στον στόχο (συνολικά 22 σουτ) και πλέον βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο.

Μπορεί αυτή η επανάληψη που παρατηρείται στα παιχνίδια της ΑΕΚ στην Ευρώπη να υποδηλώνει την διατήρηση κάποιας “ταυτότητας”, όμως κανείς δεν μένει ικανοποιημένος από την επιθετική αναποτελεσματικότητά της. Δούλεψε στην Μπράιτον, κόντεψε να δουλέψει με τον Άγιαξ και στην Μασσαλία θα μπορούσε να είχε δουλέψει αν δεν έπαιρνε κόκκινη ο Στάνκοβιτς. Όμως εχθές, ήταν η πρώτη φορά που η τακτική της ΑΕΚ απέτυχε ολοσχερώς και για αυτό η ευθύνη μπορεί να αποδοθεί εξ’ ολοκλήρου στην αδυναμία μετατροπής των ευκαιριών σε γκολ.

Από εδώ και πέρα τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα. Στον άλλο αγώνα, η Μπράιτον έδειξε πως δεν είναι η ομάδα που ηττήθηκε 2-3 τον Σεπτέμβρη, αλλά μια ομάδα που έχει μάθει να διαχειρίζεται τα εκτός έδρας ευρωπαϊκά παιχνίδια και με τον επόμενο αγώνα να είναι στο OPAP Arena, η ΑΕΚ είναι με την πλάτη στον τοίχο. Αν δεν πάρει την νίκη, η Ένωση θα έχει 5 σερί ευρωπαϊκά παιχνίδια χωρίς νίκη στην έδρα της. Όμως και ο Άγιαξ έδειξε ανά στιγμές πως μπορεί να απειλήσει και το σύστημα πίεσής του μπορεί να αποδώσει, όταν ο αντίπαλος δεν είναι μια από τις καλύτερες τακτικά ομάδες, στο μεγαλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου.

Επομένως η ΑΕΚ πρέπει να προετοιμαστεί για τα πάντα. Το ματς με την Μπράιτον είναι η τελευταία της ευκαιρία να δείξει πως έχει την αποτελεσματικότητα που απαιτείται σε τέτοιου είδους παιχνίδια και αν καταφέρει και βγει νικήτρια από εκεί θα μπορεί να ελπίζει στην συνέχιση της ευρωπαϊκής της πορείας, αλλιώς θα χρειαστεί να αλλάξει ολοκληρωτικά, προκειμένου να αποφύγει τον ολοκληρωτικό αποκλεισμό.